Λεξιλόγιο |
Λεξιλόγιο
συζητάω ρήμα | |
Μιλάω με κάποιον άλλον |
θέλω ρήμα | |
Επιθυμώ |
λέω να | |
Σκοπεύω να |
μένω ρήμα | |
Κατοικώ |
καπνίζω ρήμα | Καπνίζω τσιγάρο / πούρο |
βήχω ρήμα | |
Έχω βήχα |
αναπνέω ρήμα | |
Ανασαίνω |
κλείνομαι ρήμα | |
περιορίζομαι |
ετοιμάζω ρήμα | Ετοιμάζω φαγητό |
προετοιμάζω |
κερνάω ρήμα | |
Προσφέρω σε καλεσμένους |
καλώ ρήμα | |
προσκαλώ |
φτιάχνω ρήμα | |
παρασκευάζω |
κέρασμα το ουσιαστικό | |
Αυτό που προσφέρω σε κάποιον να φάει ή να πιεί |
κανάτα η ουσιαστικό | Κανάτα νερό, κανάτα κρασί |
Είδος ανοικτής μποτίλιας για ποτά |
πορτοκαλάδα η ουσιαστικό | |
Χυμός πορτοκάλι |
βυσσινάδα η ουσιαστικό | |
Σιρόπι βύσσινο. Πίνεται αραιωμένο με νερό. |
καφές ο ουσιαστικό | Οι πολλοί καφέδες πειράζουν στα νεύρα |
Αφέψημα ζεστό ή κρύο |
τσάι το ουσιαστικό | Κάλεσα τις φίλες μου για τσάι |
Αφέψημα ζεστό ή κρύο |
ψυγείο το ουσιαστικό | |
Συσκευή, που ψύχει |
αγοράζω ρήμα | |
ψωνίζω |
περισσεύει ρήμα | Φθάνει και περισσεύει |
Είναι παραπάνω από ότι χρειάζεται |
αλλεργικός ο ουσιαστικό | Είμαι αλλεργικός στη γύρη των λουλουδιών |
Έχει αλλεργία |
υποφέρω από ρήμα | Υποφέρω από πονοκεφάλους |
Νοσώ, είμαι ασθενής, με πονάει |
δεν κάνει ρήμα (άρνηση) | |
Δεν επιτρέπεται |
βγάζω αλμυρά έκφραση | |
Προσφέρω αλμυρά κεράσματα |
ξηρός καρπός ο ουσιαστικό | |
Καρύδια, αμύγδαλα, φιστίκια κλπ |
μασάω ρήμα | |
Κομματιάζω, αλέθω με τα δόντια μου |
![]() |
Project number: 543336-LLP-1-2013-1-DE-KA2-KA2MP - This project has been funded with support from the European Commission. This publication [communication] reflects the views only of the author, and the Commission cannot be held responsible for any use which may be made of the information contained therein. |