Λεξιλόγιο |
Λεξιλόγιο
| τρυφερός επίθετο | Είναι τρυφερός με τους ασθενείς του |
| το να δείχνω στοργή, αγάπη, προσφορά | |
| εταιρεία Η Ουσιαστικό Οι εταιρείες | Η παλιά αυτή εταιρεία έκλεισε λόγω έλλειψης χρημάτων |
| ένωση και εγγύτητα μεταξύ ανθρώπων ή πραγμάτων, κατάσταση του να είναι μαζί | |
| πρόβλημα Το Ουσιαστικό Τα προβλήματα | Έχω ένα πρόβλημα που δεν μπορεί να επιλυθεί |
| ερώτηση ή αμφισβητήσιμο σημείο που δεν λύνεται | |
| αρτηριακή πίεση Η Ουσιαστικό | Η υψηλή αρτηριακή πίεση είναι αιτία του εμφράγματος |
| πίεση που ασκείται στο αίμα από το τοίχωμα των αρτηριών | |
| αρθρίτιδα Η Ουσιαστικό | Πραγματικά ο πόνος στα γόνατα οφείλεται στην αρθρίτιδα |
| Φλεγμονή των αρθρώσεων των οστών | |
| διαβήτης Ο Ουσιαστικό | Η γιαγιά μου έχει διαβήτη από τότε που ήμουν νέος |
| Ασθένεια που προκαλείται από διατροφική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από υπερβολική συγκέντρωση σακχάρου στο αίμα | |
| δισκίο Το Ουσιαστικό Τα δισκία | Αν δεν πάρω ένα δισκίο δεν μπορώ να κοιμηθώ |
| φάρμακο μικρό με στρογγυλεμένες άκρες ώστε να μπορεί να καταποθεί | |
| φάρμακο Το Ουσιαστικό Τα φάρμακα | Τα φάρμακα βοηθούν στην επίλυση πολλών προβλημάτων που προκαλούνται από μία νόσο |
| ουσία που δίνεται για θεραπευτικούς ή προληπτικούς σκοπούς της νόσου | |
| στομάχι Το Ουσιαστικό | Το στομάχι μου είναι το πιο αδύναμο μέρος του σώματός μου |
| όργανο του πεπτικού συστήματος που βρίσκεται ανάμεσα στον οισοφάγο και το έντερο, και μετασχηματίζει τα τρόφιμα με ένζυμα που περιέχονται στο γαστρικό υγρό | |
| δόση Η Ουσιαστικό Οι δόσεις | Η δόση του φαρμάκου μπορεί να είναι επαρκής για να μειώσει τον πυρετό |
| ποσότητα φαρμάκου που λαμβάνεται κάθε φορά | |
| ινσουλίνη Η Ουσιαστικό | Υπάρχουν διάφοροι τύποι ινσουλίνης ανάλογα με τον τύπο του διαβήτη |
| φάρμακο που προέρχεται από αυτή την ορμόνη και είναι κατά του διαβήτη | |
| προστατευτικός επίθετο | Το προστατευτικό του στομάχου είναι απαραίτητο όταν κάνετε μακρόχρονη θεραπεία με ορισμένα φάρμακα |
| που προστατεύει | |
| γλώσσα Η Ουσιαστικό Οι γλώσσες | Η γλώσσα είναι ένας μυς, χωρίς την οποία δεν θα μπορούσαμε να προφέρουμε τίποτα |
| μυϊκό όργανο που βρίσκεται στην κοιλότητα του στόματος των σπονδυλωτών και εξυπηρετεί τη γεύση, την κατάποση και την άρθρωση των ήχων | |
| χάος Το Ουσιαστικό | Σε κάποια χαρτιά επικρατεί χάος και δεν μπορούν να επιλυθούν |
| σύγχυση, διαταραχή | |
| συμφωνώ Ρήμα | Συμφωνώ με τη μητέρα μου όταν λέει ότι τα πράγματα δεν είναι εύκολα |
| δέχομαι τη γνώμη καποιου | |
| ντους Το Ουσιαστικό | Κάνω ντους με ένα ειδικό υγρό για το δέρμα |
| κάνω ένα μπάνιο | |
| βόλτα Η Ουσιαστικό Οι βόλτες | Μπορούμε να πάμε μία βόλτα στο πάρκο και να πάρουμε αέρα |
| Κίνηση προς ένα σημείο, ή στροφή γύρω από τον εαυτό μας | |
| πείνα Η Ουσιαστικό | Νιώθω πείνα, έτσι πάω να τσιμπήσω κάτι |
| αίσθημα που υποδεικνύει την ανάγκη για τροφή | |
| μετά | Μετά το φαγητό θα τελειώσω αυτό που λείπει |
| αργότερα, έπειτα από κάτι | |
| περαιτέρω | Περαιτέρω λεπτομέρειες θα βρείτε σε αυτό το έγγραφο |
| Περισσότερες | |
|
Project number: 543336-LLP-1-2013-1-DE-KA2-KA2MP - This project has been funded with support from the European Commission. This publication [communication] reflects the views only of the author, and the Commission cannot be held responsible for any use which may be made of the information contained therein. |
