Λεξιλόγιο |
Λεξιλόγιο
| Οξεία επίθετο | Η κατάσταση της υγείας του είναι οξεία. |
| Σοβαρή | |
| Αλλεργία Η Ουσιαστικό | Εάν δεν έχετε κάποια αλλεργία, μπορείτε να φάτε τα πάντα |
| Σοβαρή ενόχληση συνήθως από κάποιο τρόφιμο | |
| Προσιτός επίθετο | Ο ασθενής ήταν πολύ προσιτός. |
| Που μπορεί να σε πλησιάσει εύκολα κάποιος | |
| Αρρυθμία | Μετά την πτώση ένιωσε αρρυθμία. |
| Διαταραχή του καρδιακού ρυθμού | |
| Δυσκολία στην αναπνοή | Είχε δυσκολία στην αναπνοή, γιατί πάσχει από αναπνευστικά προβλήματα |
| Να μην μπορώ να αναπνεύσω καλά | |
| Κοιλιακός πόνος Ο | Κάτι έφαγα και με έπιασε πόνος στην κοιλιά |
| Πόνος στην κοιλιά | |
| Παρακολούθηση Η Ουσιαστικό | Ο ασθενής θα παραμείνει στο νοσοκομείο για παρακολούθηση |
| Κρατάω κάποιον στο νοσοκομείο για να ακολουθήσει συγκεκριμένη θεραπεία | |
| Αίσθηση Η Ουσιαστικό | Λιποθύμησε και έχασε τις αισθήσεις του |
| Αντιλαμβάνομαι τι γίνεται γύρω μου | |
| Στήθος Το Ουσιαστικό | Ένιωσα έναν ξαφνικό πόνο στο στήθος |
| Σημείο του ανθρώπινου σώματος στο θώρακα | |
| Θερμόμετρο Το Ουσιαστικό | Ένιωθε αδιαθεσία και του έβαλα θερμόμετρο |
| Όργανο για τη μέτρηση της θερμοκρασίας | |
|
Project number: 543336-LLP-1-2013-1-DE-KA2-KA2MP - This project has been funded with support from the European Commission. This publication [communication] reflects the views only of the author, and the Commission cannot be held responsible for any use which may be made of the information contained therein. |
