Λεξιλόγιο |
Λεξιλόγιο
πρακτορείο το ουσιαστικό | Πρακτορείο ταξιδίων |
Γραφείο |
καλημέρα Προσφώνηση το πρωί | |
Καλή ημέρα |
Καλώς ήλθες προσφώνηση υποδοχής | |
Προσφώνηση υποδοχής, όταν κάποιος φθάνει κάπου |
δείχνω ρήμα | |
Ξεναγώ |
συνήθεια η ουσιαστικό | |
Κάτι που επαναλαμβάνουμε τακτικά |
ενδιαφέρομαι ρήμα | |
Μου φαίνεται δελεαστικό |
εργασία η ουσιαστικό | |
δουλειά |
χαίρομαι ρήμα | |
Είμαι ευχαριστημένος/η |
κουζίνα η ουσιαστικό | |
Συσκευή, όπου μαγειρεύεται το φαγητό και δωμάτιο του σπιτιού, όπου γίνεται το μαγείρεμα |
φούρνος ο ουσιαστικό | Φούρνος μικροκυμάτων. Ηλεκτρικός φούρνος. Χωριάτικος φούρνος. |
Κλειστός θάλαμος, όπου ζεσταίνεται ή ψήνεται το φαγητό. Κατάστημα, όπου πουλιέται το ψωμί (αρτοποιείο) |
πιάτο το ουσιαστικό | |
Χρησιμοποιούνται για να βάζουμε το φαγητό, που τρώμε |
ποτήρι το ουσιαστικό | |
Χρησιμοποιούνται για να πίνουμε |
κατσαρόλα η ουσιαστικό | |
Δοχείο, μέσα στο οποίο μαγειρεύεται το φαγητό |
μαχαιροπίρουνα τα ουσιαστικό | |
Όλα τα εργαλεία, που χρησιμοποιούμε για να φάμε |
συρτάρι το ουσιαστικό | |
Μικρός αποθηκευτικός χώρος, που τραβάμε για να τον ανοίξουμε |
ντουλάπι το ουσιαστικό | |
Χώρος αποθήκευσης, συνήθως κλειστός με πόρτα |
ψυγείο το ουσιαστικό | |
Ψυκτικός χώρος, για να διατηρούνται τα τρόφιμα |
πανί το ουσιαστικό | |
Κομμάτια ύφασμα για να σκουπίζουμε τα πιάτα, να πιάνουμε καυτά σκεύη, πετσέτες κλπ. |
ρόμπα η ουσιαστικό | |
Απλό και πρόχειρο ρούχο, που μπορεί να φορεθεί και πάνω από τα κανονικά ρούχα. |
ψωμί το ουσιαστικό | |
Βασική τροφή με βάση το αλεύρι |
τρόφιμο το ουσιαστικό | |
Ότι τρώγεται |
ψωμιέρα η ουσιαστικό | |
Χώρος όπου αποθηκεύεται το ψωμί |
ψωνίζω ρήμα | |
αγοράζω |
στύβω ρήμα | |
Βγάζω το χυμό από λεμόνι, πορτοκάλι κλπ. |
Project number: 543336-LLP-1-2013-1-DE-KA2-KA2MP - This project has been funded with support from the European Commission. This publication [communication] reflects the views only of the author, and the Commission cannot be held responsible for any use which may be made of the information contained therein. |